Κατά τις παγετώδεις περιόδους του τελευταίου ενός εκατομμυρίου ετών στον Κορινθιακό Κόλπο αναπτύσσονταν μικροσκοπικά φύκη τα οποία μέχρι σήμερα ήταν γνωστά μόνο από την περιοχή του Εύξεινου Πόντου.
Το 2017 η ερευνητική αποστολή του Διεθνούς Προγράμματος για την Εξερεύνηση των Ωκεανών (International Ocean Discovery Program), IODP Exp.381: The Corinth Active Rift Development” πραγματοποίησε βαθιές γεωτρήσεις ανακτώντας χιλιάδες μέτρα ιζημάτων από τον πυθμένα του Κορινθιακού Κόλπου. Σε αυτές τις αποθέσεις έχει αποτυπωθεί με λεπτομέρεια η γεωπεριβαλλοντική ιστορία της περιοχής. Για περισσότερα από 800.000 χρόνια, ο Κόλπος απομονωνόταν και επανασυνδεόταν με την Μεσόγειο, ακολουθώντας τις διακυμάνσεις της θαλάσσιας στάθμης. Κατά τις θερμές περιόδους της Γης, γνωστές και ως μεσοπαγετώδεις περιόδους, η στάθμη της θάλασσας ήταν περίπου ίδια ή υψηλότερη από την σημερινή με αποτέλεσμα η περιοχή να είναι μια θαλάσσια λεκάνη. Αντίθετα, κατά τις παγετώδεις περιόδους, οπότε και η στάθμη της θάλασσας ήταν πολύ χαμηλότερη, ο Κόλπος μετατρεπόταν σε μια υφάλμυρη έως και γλυκέων υδάτων λίμνη.
Οι εναλλαγές του υδάτινου περιβάλλοντος επηρέασαν τους οργανισμούς που ζούσαν σε αυτό και αποτυπώθηκαν με λεπτομέρεια στα ιζήματα του. Οι θαλάσσιοι μικροοργανισμοί είναι από τους πρώτους που επηρεάζονται από τις διακυμάνσεις των περιβαλλοντικών συνθηκών, με αποτέλεσμα κάποιες ομάδες που δεν αντέχουν την χαμηλή αλμυρότητα να εξαφανίζονται και κάποιες άλλες, πιο ανθεκτικές, να προσαρμόζονται. Τα δινομαστιγωτά, μικροσκοπικά φύκη που βρίσκονται στην υδάτινη στήλη ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία. Επιπλέον, στον κύκλο της σύντομης ζωής τους αναπτύσσουν χαρακτηριστική κύστη, η οποία διατηρείται στα ιζήματα. Το «αρχείο» του Κορινθιακού είναι πλούσιο σε τέτοιες κύστες.
Τα δινομαστιγωτά που εντοπίστηκαν κατά την ανάλυση των ιζημάτων, διακρίθηκαν σε δύο βασικές οικολογικές ομάδες, οι οποίες μάλιστα εναλλάσσονταν μεταξύ τους. Κατά τις θερμές περιόδους, οι συγκεντρώσεις των δινομαστιγωτών παρουσιάζουν ιδιαίτερα υψηλή ποικιλότητα και προσομοιάζουν με τις συγκεντρώσεις που βρίσκονται σήμερα στη Μεσόγειο Θάλασσα. Επιπλέον, η παρουσία θερμόφιλων ειδών υποδεικνύει υψηλότερες θερμοκρασίες σε σύγκριση με άλλες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου. Αντίθετα, όταν ο Κορινθιακός Κόλπος ήταν απομονωμένος από την Μεσόγειο, αναγνωρίζονται είδη δινομαστιγωτών που ζουν σε περιβάλλοντα με χαμηλή αλατότητα και η ποικιλότητα των συναθροίσεων είναι περιορισμένη. Η επικράτηση του είδους Spiniferites cruciformis, αλλά και των ειδών Pyxidinopsis psilata και Caspidinium rugosum, συγκεκριμένες παγετώδεις περιόδους, όπως π.χ. μεταξύ 130 – 191 και 424 – 478 χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα (ΜIS 6 και ΜIS 12, αντίστοιχα) υπονοούν την επικράτηση πολύ περιορισμένων συνθηκών, χαμηλής αλατότητας στον κόλπο. Αυτά τα φύκη απαντώνται, τόσο σήμερα όσο και κατά το παρελθόν αποκλειστικά στη Μαύρη Θάλασσα, στη Θάλασσα του Μαρμαρά και την Κασπία, ενώ καταγράφονται για πρώτη φορά εκτός των περιοχών αυτών.
Η καταγραφή των συγκεκριμένων υφάλμυρων ειδών δινομαστιγωτών, για πρώτη φορά εκτός της περιοχής του Εύξεινου Πόντου, είναι εντυπωσιακή και ανατρέπει τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα σχετικά με την εξάπλωση τους. Τα ευρήματα αυτά δημιουργούν πλήθος νέων επιστημονικών ερωτημάτων. Η μελέτη των ιζηματογενών αποθέσεων του Κορινθιακού είναι ένα πολύτιμο αρχείο πληροφοριών για το παρελθόν της Μεσογείου, το οποίο σταδιακά αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές της αντίδρασης των οικοσυστημάτων στην κλιματική διακύμανση του τελευταίου περίπου ενός εκατομμυρίου ετών.
Η επιστημονική έρευνα διεξάγεται στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «Περιβαλλοντικές μεταβολές κατά το Τεταρτογενές στην ηπειρωτική τάφρο του Κορινθιακού: το αρχείο παλαιοβλάστησης της αποστολής IODP 381-QECCoRA», το οποίο υλοποιείται από την ομάδα Παλυνολογίας στο Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του. Το έργο χρηματοδοτείται από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ) στο πλαίσιο της «1ης Προκήρυξης ερευνητικών έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για Μέλη ΔΕΠ και ερευνητές/τριες και την προμήθεια ερευνητικού εξοπλισμού μεγάλης αξίας». Το υλικό που μελετήθηκε προέρχεται από την ερευνητική αποστολή IODP Exp.381: The Corinth Active Rift Development” (Η εξέλιξη της ηπειρωτικής τάφρου του Κορινθιακού) στην οποία συμμετείχαν ενεργά Έλληνες ερευνητές. Το διεθνές περιβάλλον διασφαλίζει την ποιότητα και τον υψηλό βαθμό επίδρασης των παραγόμενων επιστημονικών αποτελεσμάτων, ενισχύοντας την αναγνωρισιμότητα της έρευνας που παράγεται στη χώρα μας μέσα από καταξιωμένες διεθνείς συνεργασίες.
Εικόνα: Μικροφωτογραφίες διαφορετικών ειδών υφάλμυρων δινομαστιγωτών από τις αποθέσεις του Κορινθιακού Κόλπου (κλίμακα 20μm): 1-3) Spiniferites cruciformis, 4) Pyxidinopsis psilata 5) Caspidinium rugosum, 6) Lingulodinium machaerophorum short processes: μορφότυπος χαμηλής αλατότητας.
Επιστημονική δημοσίευση:
Fatourou, E., Kafetzidou, A., Marret, F., Panagiotopoulos, K., & Kouli, K. (2023). Late Quaternary Ponto-Caspian dinoflagellate cyst assemblages from the Gulf of Corinth, Central Greece (eastern Mediterranean Sea). Marine Micropaleontology, 179, 102211. https://doi.org/10.1016/j.marmicro.2023.102211